- Κινησίου
- Κινησίηςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CINESIAS — Thebanus, Dithyramborum scriptor. Composuit Pyrrhichiam, ut est in proverbio Πυῤριχίην ἔμαθε Κινησίου, quod hic in Choris multô motu uteretur, contra Comicos agens, qui in hac parte deficiunt. Erat autem hic cinesias corpore pigrô et fractô crure … Hofmann J. Lexicon universale
Κινησίας — (450; – 390; π.Χ.). Αθηναίος διθυραμβοποιός. Ήταν γιος του κιθαρωδού Μέλητα. Ήταν κουτσός και ισχνός, ασεβέστατος και κακός ποιητής, κατά τη μαρτυρία του Πλούταρχου στα Ηθικά. Η συμπεριφορά του έγινε στόχος των κωμικών ποιητών και ειδικά του… … Dictionary of Greek